επιβάλτε ένα καθήκον (epivalte ena kathikon)

listen to the pronunciation of επιβάλτε ένα καθήκον (epivalte ena kathikon)
Greek - English

Definition of επιβάλτε ένα καθήκον (epivalte ena kathikon) in Greek English dictionary

επιβάλτε ένα καθήκον
levy a duty
επιβάλτε ένα καθήκον (epivalte ena kathikon)
Favorites