διάλειμμα να προσληφθεί (dialeimma na proslifthei)

listen to the pronunciation of διάλειμμα να προσληφθεί (dialeimma na proslifthei)
Greek - English

Definition of διάλειμμα να προσληφθεί (dialeimma na proslifthei) in Greek English dictionary

διάλειμμα να προσληφθεί
break an engagement